Αδέσμευτος στα ρουμανικά
Μετάφραση: αδέσμευτος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
neatașat, neatasat, neatașată, neatașate, atasati
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδέσμευτος
αδέσμευτος τύπος επικοινωνία, αδέσμευτος τύπος αρχείο, αδέσμευτος τύπος διεύθυνση, αδέσμευτος κλίση, αδέσμευτος τύπος, αδέσμευτος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, αδέσμευτος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- αδένας στα ρουμανικά - glandă, glandei, glanda, glandelor, a glandei
- αδέξιος στα ρουμανικά - stângaci, neîndemânatic, nepriceput, trage pe ochi, un nepriceput, este nepriceput, gârbovire
- αδέσποτος στα ρουμανικά - fără stăpân, fără stăpîn, de capul său, nestăpânit
- αδίκημα στα ρουμανικά - delict, infracțiune, infracțiuni, infractiune, ofensiv
Τυχαίες λέξεις
Αδέσμευτος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: neatașat, neatasat, neatașată, neatașate, atasati
Μεταφράσεις: neatașat, neatasat, neatașată, neatașate, atasati