Αδέσμευτος στα εσθονικά

Μετάφραση: αδέσμευτος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vabakutseline, vallaline, kinnitamata, lahtine, kinnitumata, mittekinnitatavat
Αδέσμευτος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδέσμευτος

αδέσμευτος τύπος επικοινωνία, αδέσμευτος τύπος αρχείο, αδέσμευτος τύπος διεύθυνση, αδέσμευτος κλίση, αδέσμευτος τύπος, αδέσμευτος λεξικό γλώσσας εσθονικά, αδέσμευτος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • αδένας στα εσθονικά - nääre, kaelustihend, tihend, gland, alatalitlus, näärme, tihendi
  • αδέξιος στα εσθονικά - karmikäeline, täbar, piinlik, vilumatu, kohatu, kohmakas, looder, ...
  • αδέσποτος στα εσθονικά - juhuslik, omanikuta, peremehetu, Haltijaton, Isännätön
  • αδίκημα στα εσθονικά - seaduserikkumine, solvang, süütegu, kuriteo, õigusrikkumise, kuritegu, süüteo
Τυχαίες λέξεις
Αδέσμευτος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: vabakutseline, vallaline, kinnitamata, lahtine, kinnitumata, mittekinnitatavat