Αδέσμευτος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αδέσμευτος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
неприкрепленный
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδέσμευτος
αδέσμευτος τύπος επικοινωνία, αδέσμευτος τύπος αρχείο, αδέσμευτος τύπος διεύθυνση, αδέσμευτος κλίση, αδέσμευτος τύπος, αδέσμευτος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αδέσμευτος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αδένας στα λευκορωσικά - жалеза, залоза
- αδέξιος στα λευκορωσικά - лево, горбіцца
- αδέσποτος στα λευκορωσικά - безгаспадарны, нячыйны
- αδίκημα στα λευκορωσικά - злачынства
Τυχαίες λέξεις
Αδέσμευτος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: неприкрепленный
Μεταφράσεις: неприкрепленный