Αισθανόμουν στα ουγγρικά

Μετάφραση: αισθανόμουν, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
filc, nemez, érzés, érzést, érzése, érzésem
Αισθανόμουν στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αισθανόμουν

αισθανόμουν λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αισθανόμουν στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • αισθάνομαι στα ουγγρικά - érzék, érzet, érez, érzem, úgy érzi
  • αισθήσεις στα ουγγρικά - öntudat, érzékek, érzékeket, érzékeit, értelemben, érzék
  • αισθησιακός στα ουγγρικά - bujálkodó, érzéki, szenzuális, az érzéki
  • αισθητά στα ουγγρικά - szignifikánsan, jelentősen, lényegesen, jelentős, jelentős mértékben
Τυχαίες λέξεις
Αισθανόμουν στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: filc, nemez, érzés, érzést, érzése, érzésem