Αισθανόμουν στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αισθανόμουν, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
филц, чувство, усещане, чувството, усещането
Αισθανόμουν στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αισθανόμουν

αισθανόμουν λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αισθανόμουν στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αισθάνομαι στα βουλγαρικά - чувство, усещам, изпитвам, чувстват, се чувстват, чувствам
  • αισθήσεις στα βουλγαρικά - съзнание, сетива, сетивата, себе, чувства
  • αισθησιακός στα βουλγαρικά - чувствен, чувствена, чувствено, чувствени, чувствената
  • αισθητά στα βουλγαρικά - значително, значително по, съществено, значително да
Τυχαίες λέξεις
Αισθανόμουν στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: филц, чувство, усещане, чувството, усещането