Κορεσμός στα ισλανδικά

Μετάφραση: κορεσμός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
mettun, litamettun, mettunarstyrkur
Κορεσμός στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κορεσμός

κορεσμός ρήμα, κορεσμός οξυγόνου φυσιολογικές τιμές, κορεσμός τρανσφερρίνης, κορεσμος συνώνυμα, κορεσμός χρώματος, κορεσμός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κορεσμός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • κορδέλα στα ισλανδικά - borði, borða, Borðinn, borði að
  • κορδόνι στα ισλανδικά - band, leiðsluna, snúra, snúran, festi, rafmagnsleiðsla
  • κορμοράνος στα ισλανδικά - Cormorant
  • κορμοστασιά στα ισλανδικά - byggja, hlaða, byggja upp, að byggja, að byggja upp, byggt
Τυχαίες λέξεις
Κορεσμός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: mettun, litamettun, mettunarstyrkur