Κορεσμός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: κορεσμός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
насычэнне, насычэньне
Κορεσμός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κορεσμός

κορεσμός ρήμα, κορεσμός οξυγόνου φυσιολογικές τιμές, κορεσμός τρανσφερρίνης, κορεσμος συνώνυμα, κορεσμός χρώματος, κορεσμός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κορεσμός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • κορδέλα στα λευκορωσικά - стужка, лента
  • κορδόνι στα λευκορωσικά - шнур, шнурок
  • κορμοράνος στα λευκορωσικά - баклан, то баклан
  • κορμοστασιά στα λευκορωσικά - будаваць
Τυχαίες λέξεις
Κορεσμός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: насычэнне, насычэньне