Κορεσμός στα ουγγρικά
Μετάφραση: κορεσμός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
átitatás, túlterheltség, telítettség, telítettségi, színtelítettség, telítettségét, telítettséget
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κορεσμός
κορεσμός ρήμα, κορεσμός οξυγόνου φυσιολογικές τιμές, κορεσμός τρανσφερρίνης, κορεσμος συνώνυμα, κορεσμός χρώματος, κορεσμός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κορεσμός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- κορδέλα στα ουγγρικά - rendjelszalag, pántlika, szalag, szalaggal, szalagot, szalagkábel, szalagon
- κορδόνι στα ουγγρικά - telefonzsinór, zsinór, kábelt, vezeték, vezetéket, tápkábel
- κορμοράνος στα ουγγρικά - kormorán, kárókatona, kárókatonákkal, kárókatonákkal kapcsolatos, kárókatona-
- κορμοστασιά στα ουγγρικά - póz, épít, építeni, Építsd, Termet, építsenek
Τυχαίες λέξεις
Κορεσμός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: átitatás, túlterheltség, telítettség, telítettségi, színtelítettség, telítettségét, telítettséget
Μεταφράσεις: átitatás, túlterheltség, telítettség, telítettségi, színtelítettség, telítettségét, telítettséget