Λευκαντικό στα εσθονικά
Μετάφραση: λευκαντικό, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
valgendi, pleegitama, pleekima, bleach, valgendit, valgendada, valgendiga
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λευκαντικό
λευκαντικό δέρματος, λευκαντικό με υπεροξείδιο, λευκαντικό διάλυμα, λευκαντικό οξυγόνο, λευκαντικό με ενεργό οξυγόνο, λευκαντικό λεξικό γλώσσας εσθονικά, λευκαντικό στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- λερωμένος στα εσθονικά - räpane, ropp, alatu, Ryvettynyt, Rähjäinen, räsitud
- λερώνω στα εσθονικά - rüvetama, mäekuru, reostama, defilee, besmear
- λευκοπλάστης στα εσθονικά - krohv, kips, kleeplindiga, kleeplint, kleeplinti, kleeplindi
- λευκό στα εσθονικά - valge, valged, valget, valgete, white
Τυχαίες λέξεις
Λευκαντικό στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: valgendi, pleegitama, pleekima, bleach, valgendit, valgendada, valgendiga
Μεταφράσεις: valgendi, pleegitama, pleekima, bleach, valgendit, valgendada, valgendiga