Λευκαντικό στα ρουμανικά
Μετάφραση: λευκαντικό, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
înălbitor, albire, inalbitor, bleach, de albire
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λευκαντικό
λευκαντικό δέρματος, λευκαντικό με υπεροξείδιο, λευκαντικό διάλυμα, λευκαντικό οξυγόνο, λευκαντικό με ενεργό οξυγόνο, λευκαντικό λεξικό γλώσσας ρουμανικά, λευκαντικό στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- λερωμένος στα ρουμανικά - murdar, shimbarea, shimbarea a
- λερώνω στα ρουμανικά - pată, murdări, spurca, pângări, stropi, unge
- λευκοπλάστης στα ρουμανικά - bandă adezivă, banda adeziva, benzi adezive, benzii adezive
- λευκό στα ρουμανικά - alb, gol, albă, albe, alba, culoare albă
Τυχαίες λέξεις
Λευκαντικό στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: înălbitor, albire, inalbitor, bleach, de albire
Μεταφράσεις: înălbitor, albire, inalbitor, bleach, de albire