Ρεζιλεύω στα τσεχικά
Μετάφραση: ρεζιλεύω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zesměšnit, zmařit, blamovat, ohlupovat, učinit absurdním
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρεζιλεύω
ρεζιλεύω λεξικό γλώσσας τσεχικά, ρεζιλεύω στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- ρεβέρ στα τσεχικά - chlopeň, revers, reverzní
- ρεγάλο στα τσεχικά - spropitné, rada, tuzér, nachýlit, nahnout, špička, hrot, ...
- ρεκόρ στα τσεχικά - protokol, zaznamenávat, deska, nahrát, zaznamenat, doklad, zápis, ...
- ρελιάζω στα τσεχικά - plést, proplétat, cop, splétat, splést, pletenec, reliazo
Τυχαίες λέξεις
Ρεζιλεύω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: zesměšnit, zmařit, blamovat, ohlupovat, učinit absurdním
Μεταφράσεις: zesměšnit, zmařit, blamovat, ohlupovat, učinit absurdním