Ρεζιλεύω στα τούρκικα

Μετάφραση: ρεζιλεύω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
aptallaştırmak, stultify, iptal etmek, küçük düşürmek, aptal durumuna düşürmek
Ρεζιλεύω στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ρεζιλεύω

ρεζιλεύω λεξικό γλώσσας τούρκικα, ρεζιλεύω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ρεβέρ στα τούρκικα - revers, TERS
  • ρεγάλο στα τούρκικα - tepe, zirve, bahşiş, doruk, regalo
  • ρεκόρ στα τούρκικα - rekor, kayıt, kaydı, bilançosu, kaydetmek
  • ρελιάζω στα τούρκικα - reliazo
Τυχαίες λέξεις
Ρεζιλεύω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: aptallaştırmak, stultify, iptal etmek, küçük düşürmek, aptal durumuna düşürmek