Ρεζιλεύω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ρεζιλεύω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
разстройвам, омаловажавам, окарикатурявам, обезсмисля, доказвам невменяемостта на
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρεζιλεύω
ρεζιλεύω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ρεζιλεύω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ρεβέρ στα βουλγαρικά - ревер, капак
- ρεγάλο στα βουλγαρικά - бакшиш, REGALO
- ρεκόρ στα βουλγαρικά - рекорд, рекорден, запис в, протокол, досие
- ρελιάζω στα βουλγαρικά - reliazo
Τυχαίες λέξεις
Ρεζιλεύω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: разстройвам, омаловажавам, окарикатурявам, обезсмисля, доказвам невменяемостта на
Μεταφράσεις: разстройвам, омаловажавам, окарикатурявам, обезсмисля, доказвам невменяемостта на