Ρεζιλεύω στα ουκρανικά
Μετάφραση: ρεζιλεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зводити нанівець
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρεζιλεύω
ρεζιλεύω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ρεζιλεύω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ρεβέρ στα ουκρανικά - капловухий, Реверс
- ρεγάλο στα ουκρανικά - нахил, нахиляння, звалювати, Регал, Рега, Реган, Регау, ...
- ρεκόρ στα ουκρανικά - реконструює, запис
- ρελιάζω στα ουκρανικά - коса, обмотати, сходи, reliazo
Τυχαίες λέξεις
Ρεζιλεύω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: зводити нанівець
Μεταφράσεις: зводити нанівець