Συχνά στα ιταλικά

Μετάφραση: συχνά, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
spesso, volte, sovente, frequentemente
Συχνά στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συχνά

συχνά ρωτώ οκταβα σταύρος ψαρουδάκης, συχνά συνώνυμο, συχνά ρωτώ στίχοι, συχνά λάθη στη χρήση της ελληνικής, συχνά επαναλαμβανόμενος πονόλαιμος, συχνά λεξικό γλώσσας ιταλικά, συχνά στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • συσχέτιση στα ιταλικά - correlazione, concordanza, di correlazione, di concordanza, correlazioni
  • συσχετίζω στα ιταλικά - collaboratore, correlare, correlazione, in correlazione, correlata, correlare i
  • συχνάζω στα ιταλικά - frequente, frequenti, spesso, frequenza, frequentemente
  • συχνός στα ιταλικά - frequente, frequenti, spesso, frequenza, frequentemente
Τυχαίες λέξεις
Συχνά στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: spesso, volte, sovente, frequentemente