Συχνά στα ουκρανικά

Μετάφραση: συχνά, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
часто-густо, часто, нерідко, найчастіше
Συχνά στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συχνά

συχνά ρωτώ οκταβα σταύρος ψαρουδάκης, συχνά συνώνυμο, συχνά ρωτώ στίχοι, συχνά λάθη στη χρήση της ελληνικής, συχνά επαναλαμβανόμενος πονόλαιμος, συχνά λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συχνά στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • συσχέτιση στα ουκρανικά - співвідношення, кореляція, кореляцію
  • συσχετίζω στα ουκρανικά - асоціювати, спілкуватися, спільний, співвідносити, порівнювати
  • συχνάζω στα ουκρανικά - частий, частотний, найчастіший, часте, частіший
  • συχνός στα ουκρανικά - частотний, частий, найчастіший, часте, частіший
Τυχαίες λέξεις
Συχνά στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: часто-густо, часто, нерідко, найчастіше