Συχνά στα γερμανικά

Μετάφραση: συχνά, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
häufig, oft, oftmals, häufige, vielfach
Συχνά στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συχνά

συχνά ρωτώ οκταβα σταύρος ψαρουδάκης, συχνά συνώνυμο, συχνά ρωτώ στίχοι, συχνά λάθη στη χρήση της ελληνικής, συχνά επαναλαμβανόμενος πονόλαιμος, συχνά λεξικό γλώσσας γερμανικά, συχνά στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • συσχέτιση στα γερμανικά - wechselbeziehung, korrelation, zuordnung, Korrelation, Zusammenhang, Korrelations, Entsprechungs
  • συσχετίζω στα γερμανικά - komplize, kollegin, gefährtin, gesellschafter, verknüpfen, gefährte, angeschlossen, ...
  • συχνάζω στα γερμανικά - häufig, häufige, häufigen, häufiger, häufigsten
  • συχνός στα γερμανικά - häufig, häufige, häufigen, häufiger, häufigsten
Τυχαίες λέξεις
Συχνά στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: häufig, oft, oftmals, häufige, vielfach