Δυσχέρεια στα αλβανικά

Μετάφραση: δυσχέρεια, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
zor, vështirësi, Vështirësia I, Vështirësia, vështirësitë, vështirë
Δυσχέρεια στα αλβανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δυσχέρεια

οικονομική δυσχέρεια, δυσχέρεια ορισμός, εμβρυϊκή δυσχέρεια, αναπνευστική δυσχέρεια, δυσχέρεια στην αναπνοή, δυσχέρεια λεξικό γλώσσας αλβανικά, δυσχέρεια στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • δυσφημώ στα αλβανικά - përgojoj, shpif për, shpif
  • δυσφορία στα αλβανικά - parehati, siklet, shqetësim, parehati të, shqetësime
  • δυσχεραίνω στα αλβανικά - pengon, pengon e
  • δυσωδία στα αλβανικά - erë e keqe, erë, kutërbim, kutërbim i, Duhma
Τυχαίες λέξεις
Δυσχέρεια στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: zor, vështirësi, Vështirësia I, Vështirësia, vështirësitë, vështirë