Δυσχέρεια στα κροατικά

Μετάφραση: δυσχέρεια, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
nedaća, težak, tegoba, teškoća, neprijatnost, poteškoća, poteškoće, teško, teškoće
Δυσχέρεια στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δυσχέρεια

οικονομική δυσχέρεια, δυσχέρεια ορισμός, εμβρυϊκή δυσχέρεια, αναπνευστική δυσχέρεια, δυσχέρεια στην αναπνοή, δυσχέρεια λεξικό γλώσσας κροατικά, δυσχέρεια στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • δυσφημώ στα κροατικά - spletka, kleveta, ogovarati, klevetati, oklijevati, traduce
  • δυσφορία στα κροατικά - uznemirivati, nezadovoljstvo, nemir, neudobnost, nelagodnost, nelagoda, nelagodu
  • δυσχεραίνω στα κροατικά - sprečavati, priječiti, spriječiti, koči, hampers, koči se
  • δυσωδία στα κροατικά - smrad, smrada, smrad je, zadah, vonj
Τυχαίες λέξεις
Δυσχέρεια στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: nedaća, težak, tegoba, teškoća, neprijatnost, poteškoća, poteškoće, teško, teškoće