Ορειβασία στα αλβανικά
Μετάφραση: ορειβασία, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
alpinizëm, ngjitje, ngjitjet, ngjitur, ngjitjes
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορειβασία
ορειβασία στην πάρνηθα, ορειβασία εξοπλισμός, ορειβασία θεσσαλονίκη, ορειβασία-πεζοπορία, ορειβασία στην κύπρο, ορειβασία λεξικό γλώσσας αλβανικά, ορειβασία στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- ορδή στα αλβανικά - hordhi, turmë, Horde, turmë të, turmë e
- ορειβάτης στα αλβανικά - malësor, alpinist, alpinisti, alpinisti i, malokë
- ορεινός στα αλβανικά - malor, malore, malore e, male, malor dhe
- ορεκτικό στα αλβανικά - meze, meze të, antipastë
Τυχαίες λέξεις
Ορειβασία στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: alpinizëm, ngjitje, ngjitjet, ngjitur, ngjitjes
Μεταφράσεις: alpinizëm, ngjitje, ngjitjet, ngjitur, ngjitjes