Ορειβασία στα σουηδικά
Μετάφραση: ορειβασία, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
klättring, klättra, klättrande, klättrings
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορειβασία
ορειβασία στην πάρνηθα, ορειβασία εξοπλισμός, ορειβασία θεσσαλονίκη, ορειβασία-πεζοπορία, ορειβασία στην κύπρο, ορειβασία λεξικό γλώσσας σουηδικά, ορειβασία στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ορδή στα σουηδικά - hord, Horde, horden, horder
- ορειβάτης στα σουηδικά - bergsbestigare, Mountaineer, bergsklättrare, bergsbestigaren, bergsbo
- ορεινός στα σουηδικά - bergig, bergiga, bergigt, bergs, fjäll
- ορεκτικό στα σουηδικά - appetizer, förrätt, aptitretare
Τυχαίες λέξεις
Ορειβασία στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: klättring, klättra, klättrande, klättrings
Μεταφράσεις: klättring, klättra, klättrande, klättrings