Σωριάζομαι στα αλβανικά
Μετάφραση: σωριάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rrëzohet, bie, shembje, kolaps, rënia, kolapsi, shembja
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σωριάζομαι
σωριάζομαι λεξικό γλώσσας αλβανικά, σωριάζομαι στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- σωπαίνω στα αλβανικά - heshtje, qetësi, mbajtur, mbani, mbaj, të mbajtur, mbajë
- σωρευτικός στα αλβανικά - grumbullues, kumulative, kumulativ, akumuluar, e akumuluar
- σωριάζω στα αλβανικά - lëndë druri, orendi të vjetra, lëndë, rrangulla, lëndë druri të
- σωρός στα αλβανικά - tog, grumbull, turrë, pirg, stivoj, bina
Τυχαίες λέξεις
Σωριάζομαι στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: rrëzohet, bie, shembje, kolaps, rënia, kolapsi, shembja
Μεταφράσεις: rrëzohet, bie, shembje, kolaps, rënia, kolapsi, shembja