Σωριάζομαι στα τούρκικα
Μετάφραση: σωριάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çökme, çöküş, çöküşü, kollaps, çöküntü
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σωριάζομαι
σωριάζομαι λεξικό γλώσσας τούρκικα, σωριάζομαι στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- σωπαίνω στα τούρκικα - huzur, sessizlik, tutmak, devam, tutun, tutmaya, korumak
- σωρευτικός στα τούρκικα - birikimli, kümülatif, toplu, toplam, birikmiş
- σωριάζω στα τούρκικα - paket, demet, kereste, Lumber, keresteler, Lomber, yapma keresteler
- σωρός στα τούρκικα - yığın, küme, kazık, hav, havlı, kadife
Τυχαίες λέξεις
Σωριάζομαι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: çökme, çöküş, çöküşü, kollaps, çöküntü
Μεταφράσεις: çökme, çöküş, çöküşü, kollaps, çöküntü