Σωριάζομαι στα ιταλικά

Μετάφραση: σωριάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
crollo, fallimento, collasso, crollare, crisi, Collapse, Riduci, caduta
Σωριάζομαι στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σωριάζομαι

σωριάζομαι λεξικό γλώσσας ιταλικά, σωριάζομαι στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • σωπαίνω στα ιταλικά - quiete, silenzio, calma, mantenere, tenere, conservare, continuare, ...
  • σωρευτικός στα ιταλικά - cumulativo, cumulativa, cumulativi, cumulato, cumulative
  • σωριάζω στα ιταλικά - imballaggio, pacchetto, involto, confezione, fagotto, pacco, covone, ...
  • σωρός στα ιταλικά - cumulo, pelo, mucchio, ciminiera, catasta, ammasso, palo, ...
Τυχαίες λέξεις
Σωριάζομαι στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: crollo, fallimento, collasso, crollare, crisi, Collapse, Riduci, caduta