Σωριάζομαι στα ουγγρικά

Μετάφραση: σωριάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
összeomlás, pangás, összeomlása, összeomlását, összeomlásának, összeomlott
Σωριάζομαι στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σωριάζομαι

σωριάζομαι λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σωριάζομαι στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • σωπαίνω στα ουγγρικά - hallgatás, némaság, feledés, adásszünet, titoktartás, tartani, tartsa, ...
  • σωρευτικός στα ουγγρικά - fokozódó, felhalmozott, halmozódó, halmozott, kumulatív, összesített, kumulált, ...
  • σωριάζω στα ουγγρικά - batyu, fűrészáru, fűrészárut, fureszaru, furszru, furészáru
  • σωρός στα ουγγρικά - máglya, épületcsoport, boglya, kazal, halmozás, asztag, kéménysor, ...
Τυχαίες λέξεις
Σωριάζομαι στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: összeomlás, pangás, összeomlása, összeomlását, összeomlásának, összeomlott