Σωριάζομαι στα ισλανδικά
Μετάφραση: σωριάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hrun, fall, Bankahrun, hrynja, hruni
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σωριάζομαι
σωριάζομαι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σωριάζομαι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- σωπαίνω στα ισλανδικά - þögn, halda, að halda, hafa, haldið, viðurværi
- σωρευτικός στα ισλανδικά - uppsöfnuð, stigvaxandi, uppsafnað, samanlögð, uppsafnaður
- σωριάζω στα ισλανδικά - timbur, Lumber, timburkaupmennirnir
- σωρός στα ισλανδικά - hrúga, stafli, hrannast, haug, Pile, búnt
Τυχαίες λέξεις
Σωριάζομαι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hrun, fall, Bankahrun, hrynja, hruni
Μεταφράσεις: hrun, fall, Bankahrun, hrynja, hruni