Σωριάζομαι στα σουηδικά

Μετάφραση: σωριάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sammanbrott, kris, kollaps, Collapse, kollapsen, kollapsar
Σωριάζομαι στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σωριάζομαι

σωριάζομαι λεξικό γλώσσας σουηδικά, σωριάζομαι στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • σωπαίνω στα σουηδικά - stillhet, hålla helt
  • σωρευτικός στα σουηδικά - kumulativ, kumulativa, Kumulerat, ackumulerade, Sammantagen
  • σωριάζω στα σουηδικά - packe, paket, bunt, knippa, timmer, lumber, virke, ...
  • σωρός στα σουηδικά - stapel, påle, trave, hop, stack, lugg, högen, ...
Τυχαίες λέξεις
Σωριάζομαι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: sammanbrott, kris, kollaps, Collapse, kollapsen, kollapsar