Αναβαθμίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αναβαθμίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ъпгрейд, надграждане, надстройка, обновяване, надстройване
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναβαθμίζω
αναβαθμίζω συνώνυμα, αναβαθμίζω συνώνυμο, αναβάθμιση συνώνυμα, αναβαθμίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αναβαθμίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αναβάτης στα βουλγαρικά - жокей, Jockey, жокейски, жокей на
- αναβίωση στα βουλγαρικά - възраждане, съживяване, съживление, възрожденска, възраждането
- αναβιώνω στα βουλγαρικά - съживявам, съживи, съживяване, се съживи, възроди
- αναβλύζω στα βουλγαρικά - кладенец, излияние, излияния, поток, струя, избликвам, бликам
Τυχαίες λέξεις
Αναβαθμίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: ъпгрейд, надграждане, надстройка, обновяване, надстройване
Μεταφράσεις: ъпгрейд, надграждане, надстройка, обновяване, надстройване