Αναβαθμίζω στα σλοβενικά

Μετάφραση: αναβαθμίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
opravit, nadgradnja, nadgradnjo, nadgraditi, posodobitev, nadgradnje
Αναβαθμίζω στα σλοβενικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναβαθμίζω

αναβαθμίζω συνώνυμα, αναβαθμίζω συνώνυμο, αναβάθμιση συνώνυμα, αναβαθμίζω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, αναβαθμίζω στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • αναβάτης στα σλοβενικά - jezdec, jockey, lahek, nagajivo, Manevrirati, jahajte konje
  • αναβίωση στα σλοβενικά - revival, oživitev, oživljanje, preporod, obujanje
  • αναβιώνω στα σλοβενικά - oživit, oživiti, obuditi, oživitev, oživili, oživeti
  • αναβλύζω στα σλοβενικά - no, Vrni, Kuljati, Izbijati
Τυχαίες λέξεις
Αναβαθμίζω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: opravit, nadgradnja, nadgradnjo, nadgraditi, posodobitev, nadgradnje