Αναβαθμίζω στα ουγγρικά

Μετάφραση: αναβαθμίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
frissítés, frissítési, frissítést, frissítése, korszerűsítése
Αναβαθμίζω στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναβαθμίζω

αναβαθμίζω συνώνυμα, αναβαθμίζω συνώνυμο, αναβάθμιση συνώνυμα, αναβαθμίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αναβαθμίζω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • αναβάτης στα ουγγρικά - tolósúly, lovász, toldat, záradék, vándorkobzos, vándorlantos, zsoké, ...
  • αναβίωση στα ουγγρικά - újjászületés, feléledés, újjáéledés, ébredés, megújulás, újjáélesztésé
  • αναβιώνω στα ουγγρικά - feléled, újraéleszteni, feléleszteni, életre, fellendítése
  • αναβλύζω στα ουγγρικά - áradozás, felbugyogás, szerencsésen, ömlés, kiömlik, áradat, feltör, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναβαθμίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: frissítés, frissítési, frissítést, frissítése, korszerűsítése