Αποβλάκωση στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αποβλάκωση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
оцепенелия, притъпяване, слисване, изумление, изумлението
Αποβλάκωση στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποβλάκωση

αποβλακωση συνώνυμο, αποβλάκωση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αποβλάκωση στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αποβάθρα στα βουλγαρικά - кей, пристан, Pier, кея, стълб
  • αποβάλλω στα βουλγαρικά - навес, изключвам, експулсира, експулсиране, изгони, експулсират
  • αποβλέπω στα βουλγαρικά - прицел, цели, целите, на целите, има за цел
  • αποβλακώνω στα βουλγαρικά - вцепенявам, изумявам, замайвам, притъпявам, затъпявам
Τυχαίες λέξεις
Αποβλάκωση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: оцепенелия, притъпяване, слисване, изумление, изумлението