Αποβλάκωση στα τούρκικα
Μετάφραση: αποβλάκωση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
uyuşukluk, şaşalama, sersemleme, uyuşma
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποβλάκωση
αποβλακωση συνώνυμο, αποβλάκωση λεξικό γλώσσας τούρκικα, αποβλάκωση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αποβάθρα στα τούρκικα - iskele, pier, rıhtım, iskelesi, bir iskele
- αποβάλλω στα τούρκικα - sundurma, hangar, baraka, kovmak, çıkarmak, sınırdışı, sınır dışı, ...
- αποβλέπω στα τούρκικα - niyet, meram, hedef, amaç, amaçları, amacı, amaçlar, ...
- αποβλακώνω στα τούρκικα - şaşırtmak, afallatmak, bunaltmak, uyuşturmak, sersemletmek
Τυχαίες λέξεις
Αποβλάκωση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: uyuşukluk, şaşalama, sersemleme, uyuşma
Μεταφράσεις: uyuşukluk, şaşalama, sersemleme, uyuşma