Αποβλάκωση στα ρουμανικά
Μετάφραση: αποβλάκωση, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
stupefacție, stupoare, stupefiat, stupefactie, stupefactia
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποβλάκωση
αποβλακωση συνώνυμο, αποβλάκωση λεξικό γλώσσας ρουμανικά, αποβλάκωση στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- αποβάθρα στα ρουμανικά - chei, doc, dig, Pier, debarcader, debarcaderul
- αποβάλλω στα ρουμανικά - expulza, expulzeze, expulzare, elimina, a expulza
- αποβλέπω στα ρουμανικά - obiectiv, el, scop, obiective, obiectivele, scopuri, scopurile, ...
- αποβλακώνω στα ρουμανικά - tâmpi, ameți, înțepeni, uimi, prosti
Τυχαίες λέξεις
Αποβλάκωση στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: stupefacție, stupoare, stupefiat, stupefactie, stupefactia
Μεταφράσεις: stupefacție, stupoare, stupefiat, stupefactie, stupefactia