Αύξηση στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αύξηση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
възниквам, увеличаване, повишаване, увеличи, се увеличи, увеличаване на
Αύξηση στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αύξηση

αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, αύξηση μετοχικού κεφαλαίου πειραιώς, αύξηση βάρους, αύξηση μεταβολισμού, αύξηση μυικής μάζας, αύξηση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αύξηση στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αόριστα στα βουλγαρικά - хлабаво, свободно, слабо, неточно, неопределено
  • αύγουστος. στα βουλγαρικά - август, Август, авг, Авг.
  • αύρα στα βουλγαρικά - бриз, полъх, лесно, вятър, ветрец
  • αύριο στα βουλγαρικά - утро, утре, Tomorrow, утрешния ден, утрешния
Τυχαίες λέξεις
Αύξηση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: възниквам, увеличаване, повишаване, увеличи, се увеличи, увеличаване на