Αύξηση στα ισπανικά
Μετάφραση: αύξηση, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
acrecentar, aumentar, incrementar, alza, crecer, aumentarse, acrecentarse, subir, aumentar la, aumentará, aumentar el
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αύξηση
αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, αύξηση μετοχικού κεφαλαίου πειραιώς, αύξηση βάρους, αύξηση μεταβολισμού, αύξηση μυικής μάζας, αύξηση λεξικό γλώσσας ισπανικά, αύξηση στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- αόριστα στα ισπανικά - libremente, flojamente, holgadamente, sueltamente, vagamente
- αύγουστος. στα ισπανικά - augusto, agosto
- αύρα στα ισπανικά - aura, brisa, brisa del, viento, la brisa, brisa de
- αύριο στα ισπανικά - mañana, de mañana, futuro, mañana por, el mañana
Τυχαίες λέξεις
Αύξηση στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: acrecentar, aumentar, incrementar, alza, crecer, aumentarse, acrecentarse, subir, aumentar la, aumentará, aumentar el
Μεταφράσεις: acrecentar, aumentar, incrementar, alza, crecer, aumentarse, acrecentarse, subir, aumentar la, aumentará, aumentar el