Αύξηση στα εσθονικά

Μετάφραση: αύξηση, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kasvama, suurenemine, tõus, suurendama, juurdekasv, suurendada, suurendamiseks, suurendavad, suurendaks
Αύξηση στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αύξηση

αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, αύξηση μετοχικού κεφαλαίου πειραιώς, αύξηση βάρους, αύξηση μεταβολισμού, αύξηση μυικής μάζας, αύξηση λεξικό γλώσσας εσθονικά, αύξηση στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • αόριστα στα εσθονικά - ähmaselt, kuidagi, lõdvalt, nõrgalt, vabalt, lõdvalt maha, lahtiselt
  • αύγουστος. στα εσθονικά - kõrgeauline, august, majesteetlik
  • αύρα στα εσθονικά - briis, aura, pühapaiste, vihmapilv, tuul, imelihtne, Breeze, ...
  • αύριο στα εσθονικά - homme, homse, tomorrow, tuleviku, homsel
Τυχαίες λέξεις
Αύξηση στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kasvama, suurenemine, tõus, suurendama, juurdekasv, suurendada, suurendamiseks, suurendavad, suurendaks