Αύξηση στα λιθουανικά
Μετάφραση: αύξηση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
augti, padidinti, didinti, padidės, padidins, padidėti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αύξηση
αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, αύξηση μετοχικού κεφαλαίου πειραιώς, αύξηση βάρους, αύξηση μεταβολισμού, αύξηση μυικής μάζας, αύξηση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αύξηση στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αόριστα στα λιθουανικά - laisvai, silpnai, silpnai susijusios, nestipriai
- αύγουστος. στα λιθουανικά - rugpjūtis, rugpjūčio mėnesiais.
- αύρα στα λιθουανικά - švelnus, vėjelis, vėjas, Breeze, Brizas
- αύριο στα λιθουανικά - rytojus, rytdiena, rytoj, rytojaus
Τυχαίες λέξεις
Αύξηση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: augti, padidinti, didinti, padidės, padidins, padidėti
Μεταφράσεις: augti, padidinti, didinti, padidės, padidins, padidėti