Διαμελίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: διαμελίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
анализирам, дисектирам, разрязвам, дисекция, дисекция на
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαμελίζω
διαμελίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, διαμελίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- διαμαρτυρόμενος στα βουλγαρικά - протестантски, протестант, протестантска, протестантската, протестантско
- διαμαρτύρομαι στα βουλγαρικά - протест, знак на протест, протеста, протести, протестна
- διαμετρώ στα βουλγαρικά - диаметрално, коренно, са диаметрално, на диаметрално
- διαμορφώνω στα βουλγαρικά - фигура, мода, класика, оформил, създадох, старомоден, твори
Τυχαίες λέξεις
Διαμελίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: анализирам, дисектирам, разрязвам, дисекция, дисекция на
Μεταφράσεις: анализирам, дисектирам, разрязвам, дисекция, дисекция на