Διαμελίζω στα ουγγρικά

Μετάφραση: διαμελίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
elemez, felboncol, felboncolja, boncolgatni, felboncolni
Διαμελίζω στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαμελίζω

διαμελίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, διαμελίζω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • διαμαρτυρόμενος στα ουγγρικά - protestáns, református, evangélikus, a protestáns, protestánsok
  • διαμαρτύρομαι στα ουγγρικά - tiltakozás, tiltakozó, tiltakozást, tiltakozásul, tüntetés
  • διαμετρώ στα ουγγρικά - homlokegyenest, szöges, átlósan, átmérősen, átmérőirányban
  • διαμορφώνω στα ουγγρικά - jelenés, sablon, szelvényvas, idomok, alakvas, vágású, formált, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαμελίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: elemez, felboncol, felboncolja, boncolgatni, felboncolni