Διαμελίζω στα τούρκικα

Μετάφραση: διαμελίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
incelemek, teşrih, disseke, diseke, tahlil
Διαμελίζω στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαμελίζω

διαμελίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, διαμελίζω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • διαμαρτυρόμενος στα τούρκικα - Protestan, protestant, protestan olan, Protestan bir
  • διαμαρτύρομαι στα τούρκικα - itiraz, protesto, protest, bir protesto, protestosu
  • διαμετρώ στα τούρκικα - taban tabana, tabana, çapsal, çapsal olarak, diyametrik
  • διαμορφώνω στα τούρκικα - biçim, şekil, tarz, kalıp, moda, usul, fashioned, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαμελίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: incelemek, teşrih, disseke, diseke, tahlil