Διαφεύγω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: διαφεύγω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бягство, избяга, бягството, бягство от ежедневието, евакуация
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαφεύγω
διαφεύγω συνωνυμα, διαφεύγω την προσοχή, διαφεύγω ορισμός, διαφεύγω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, διαφεύγω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- διαφαίνομαι στα βουλγαρικά - зрение, поглед, гледка, очите, погледа
- διαφανής στα βουλγαρικά - прозрачен, прозрачна, прозрачни, прозрачно, прозрачност
- διαφημίζω στα βουλγαρικά - рекламирам, рекламирате, рекламират, реклама на, рекламира
- διαφημιστικός στα βουλγαρικά - реклама, рекламата, рекламна, рекламни, рекламиране
Τυχαίες λέξεις
Διαφεύγω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: бягство, избяга, бягството, бягство от ежедневието, евакуация
Μεταφράσεις: бягство, избяга, бягството, бягство от ежедневието, евакуация