Διαφεύγω στα ισλανδικά
Μετάφραση: διαφεύγω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
flýja, Escape
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαφεύγω
διαφεύγω συνωνυμα, διαφεύγω την προσοχή, διαφεύγω ορισμός, διαφεύγω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διαφεύγω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- διαφαίνομαι στα ισλανδικά - afhjúpa, virðast, sjón, augum, sýn, sjónar, sjónmáli
- διαφανής στα ισλανδικά - gagnsær, gagnsæ, gagnsærri, gegnsætt, gagnsæjar, gagnsætt
- διαφημίζω στα ισλανδικά - auglýsa, advertise, getur advertise, skrá, þú getur advertise
- διαφημιστικός στα ισλανδικά - auglýsingar, auglýsa, auglýsingum, að auglýsa, Auglýsingastarfsemi
Τυχαίες λέξεις
Διαφεύγω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: flýja, Escape
Μεταφράσεις: flýja, Escape