Διαφεύγω στα λετονικά
Μετάφραση: διαφεύγω, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
aizbēgt, glābšanās, evakuācijas, izkļūt, izbēgt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαφεύγω
διαφεύγω συνωνυμα, διαφεύγω την προσοχή, διαφεύγω ορισμός, διαφεύγω λεξικό γλώσσας λετονικά, διαφεύγω στα λετονικά
Μεταφράσεις
- διαφαίνομαι στα λετονικά - redze, skats, ievērojama, redzes, ievērojama vieta
- διαφανής στα λετονικά - caurspīdīgs, pārredzama, pārredzams, pārskatāmas, pārredzamai
- διαφημίζω στα λετονικά - reklamēt, reklamētu, reklamējies, reklāmu, reklamēties
- διαφημιστικός στα λετονικά - reklāma, sludinājums, reklāmas, advertising, reklāmu, reklāmā
Τυχαίες λέξεις
Διαφεύγω στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: aizbēgt, glābšanās, evakuācijas, izkļūt, izbēgt
Μεταφράσεις: aizbēgt, glābšanās, evakuācijas, izkļūt, izbēgt