Διαφεύγω στα δανικά
Μετάφραση: διαφεύγω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
flugt, escape, flygte, undslippe, udslip
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαφεύγω
διαφεύγω συνωνυμα, διαφεύγω την προσοχή, διαφεύγω ορισμός, διαφεύγω λεξικό γλώσσας δανικά, διαφεύγω στα δανικά
Μεταφράσεις
- διαφαίνομαι στα δανικά - se, afsløre, syn, synet, syne, øjekast, sight
- διαφανής στα δανικά - transparent, gennemsigtig, gennemsigtige, gennemsigtigt, gennemskuelig
- διαφημίζω στα δανικά - avertere, annoncere, reklamere, reklamere for, annoncerer, reklamerer
- διαφημιστικός στα δανικά - annonce, reklame, reklamer, annoncering
Τυχαίες λέξεις
Διαφεύγω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: flugt, escape, flygte, undslippe, udslip
Μεταφράσεις: flugt, escape, flygte, undslippe, udslip