Επιτακτικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επιτακτικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
авторитетен, авторитетни, авторитетно, авторитетна, авторитетното
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιτακτικός
απαιτητικός συνωνυμο, επικριτικός λεξικο, επιτακτικός συνώνυμα, επιτακτικός ετυμολογία, απαιτητικός αγγλικά, επιτακτικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επιτακτικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- επιτίθεμαι στα βουλγαρικά - закрепи, камшик, се закрепи, се нахвърли, размахва
- επιταγή στα βουλγαρικά - чек, проверка, проверите, проверете, провери, разгледате
- επιταχύνω στα βουλγαρικά - ускоряха, скорост, скоростта, скорост на, на скоростта, скоростта на
- επιτελείο στα βουλγαρικά - гипс, персонал, персонала, служители, служителите, на персонала
Τυχαίες λέξεις
Επιτακτικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: авторитетен, авторитетни, авторитетно, авторитетна, авторитетното
Μεταφράσεις: авторитетен, авторитетни, авторитетно, авторитетна, авторитетното