Επιτακτικός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: επιτακτικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
аўтарытэтны, аўтарытэтная, аўтарытэтную
Επιτακτικός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιτακτικός

απαιτητικός συνωνυμο, επικριτικός λεξικο, επιτακτικός συνώνυμα, επιτακτικός ετυμολογία, απαιτητικός αγγλικά, επιτακτικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, επιτακτικός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • επιτίθεμαι στα λευκορωσικά - накідвацца, кідацца, нападаць
  • επιταγή στα λευκορωσικά - правяраць
  • επιταχύνω στα λευκορωσικά - хуткасць
  • επιτελείο στα λευκορωσικά - супрацоўнікі
Τυχαίες λέξεις
Επιτακτικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: аўтарытэтны, аўтарытэтная, аўтарытэтную