Επιτακτικός στα τούρκικα
Μετάφραση: επιτακτικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yetkili, otoriter, yetkin, yetkili bir, yetkilendirmeli
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιτακτικός
απαιτητικός συνωνυμο, επικριτικός λεξικο, επιτακτικός συνώνυμα, επιτακτικός ετυμολογία, απαιτητικός αγγλικά, επιτακτικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, επιτακτικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- επιτίθεμαι στα τούρκικα - nöbet, hücum, saldırı, saldırmak, saçmak, sert ve ani çıkış, saldırmaya, ...
- επιταγή στα τούρκικα - kontrol, kontrol edin, check, onay, denetlemek
- επιταχύνω στα τούρκικα - hızlandırmak, hız, hızlı, hızı, hızda, devir
- επιτελείο στα τούρκικα - biçim, kalıp, atma, personel, personeli, staff, çalışanları
Τυχαίες λέξεις
Επιτακτικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yetkili, otoriter, yetkin, yetkili bir, yetkilendirmeli
Μεταφράσεις: yetkili, otoriter, yetkin, yetkili bir, yetkilendirmeli