Επιτακτικός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: επιτακτικός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
авторитетен, авторитетни, авторитативен, авторитативни, авторитативна
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιτακτικός
απαιτητικός συνωνυμο, επικριτικός λεξικο, επιτακτικός συνώνυμα, επιτακτικός ετυμολογία, απαιτητικός αγγλικά, επιτακτικός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, επιτακτικός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- επιτίθεμαι στα σλαβομακεδονικά - силувањето, камшик
- επιταγή στα σλαβομακεδονικά - проверете, провери, проверка, проверите, проверат
- επιταχύνω στα σλαβομακεδονικά - брзина, брзината, брзина на, брзински, брзината на
- επιτελείο στα σλαβομακεδονικά - вработените, персонал, персоналот, вработени, кадар
Τυχαίες λέξεις
Επιτακτικός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: авторитетен, авторитетни, авторитативен, авторитативни, авторитативна
Μεταφράσεις: авторитетен, авторитетни, авторитативен, авторитативни, авторитативна