Επουλώνω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: επουλώνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лекувам, лекува, излекува, изцели, се лекува
Επουλώνω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επουλώνω

απλώνω συνώνυμο, επουλώνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επουλώνω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • εποπτεύω στα βουλγαρικά - надзор, надзирава, упражняват надзор, осъществява контрол, контролира
  • επουλώνομαι στα βουλγαρικά - белег, белег на, се белег на, се белег
  • επουράνιος στα βουλγαρικά - небесен, небесното, небесния, небесно, небесна
  • επουσιώδης στα βουλγαρικά - нематериален, безплътен, незначителен, без значение, несъществен
Τυχαίες λέξεις
Επουλώνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: лекувам, лекува, излекува, изцели, се лекува