Επουλώνω στα ρουμανικά

Μετάφραση: επουλώνω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
vindeca, vindece, se vindece, se vindeca, vindecă
Επουλώνω στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επουλώνω

απλώνω συνώνυμο, επουλώνω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, επουλώνω στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • εποπτεύω στα ρουμανικά - controla, supraveghea, supravegheze, supraveghează, superviza, să supravegheze
  • επουλώνομαι στα ρουμανικά - vindeca, cicatrice, cicatrici, cicatriza, scar, cicatrizarea
  • επουράνιος στα ρουμανικά - ceresc, cerească, cerești, ceruri, cel ceresc
  • επουσιώδης στα ρουμανικά - imaterial, imaterială, imateriale, nesemnificative, irelevant
Τυχαίες λέξεις
Επουλώνω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: vindeca, vindece, se vindece, se vindeca, vindecă